22/3/13

Μπορεί το νέο νομικό και πολιτικό πλαίσιο να ενισχύσει την ελληνική κοινωνική οικονομία;

Της Malte Arhelger, Social Economy, referent of the Greens, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η οικονομική κρίση προκαλεί ποικίλες δυσκολίες στην ελληνική και την ευρωπαϊκή πολιτική. Οι πιο σημαντικές αφορούν τη σύζευξη προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας, τον κρατικό προϋπολογισμό και την κοινωνική πρόνοια. Από τότε που ξέσπασε η οικονομική κρίση, η ανεργία στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά. Τα στοιχεία της Eurostat αναφέρουν μια αύξηση από 8,3% το 2008 σε 24,4% το 2012. Αν και τα έσοδα του κράτους παρέμειναν σταθερά συγκριτικά με το ΑΕΠ, το ίδιο το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 18,6% από το 2008 στερώντας από το κράτος το διαθέσιμο εισόδημά του. Ταυτόχρονα, οι δαπάνες για την κοινωνική πρόνοια παρέμειναν σχεδόν σταθερές συγκριτικά με το ΑΕΠ, αλλά η απότομη αύξηση της ανεργίας είχε ως αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να μην μπορέσει να αντεπεξέλθει σε πολλές από τις υποχρεώσεις που αφορούν την κοινωνική πρόνοια. Κατά συνέπεια, αυξήθηκαν μεταξύ άλλων οι απολύσεις σε ιδρύματα κοινωνικής μέριμνας και νοσοκομεία. Επιπλέον, πολλοί άνεργοι νέοι αναγκάζονται να επιστρέψουν στις κατοικίες των γονιών τους, καθώς το επίδομα ανεργίας ―αν φυσικά το δικαιούνται― είναι πολύ χαμηλό και δεν τους επιτρέπει να ζουν μόνοι. Οι πολιτικοί, λοιπόν, ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο να βρουν λύσεις σε αυτά τα προβλήματα.


Γιατί η κοινωνική οικονομία είναι μια ελκυστική λύση
Εξετάζονται πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης στη Ελλάδα και μία από αυτές είναι η αύξηση των επενδύσεων στην κοινωνική οικονομία. Πράγματι, οι κοινωνικές επιχειρήσεις αντεπεξήλθαν με καλύτερο τρόπο στην κρίση σε σύγκριση με τις εταιρίες που βασίζονται σε αυστηρά κερδοσκοπικά επιχειρηματικά μοντέλα. Στην κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, χρεοκόπησαν λιγότερες επιχειρήσεις και απολύθηκαν λιγότεροι εργαζόμενοι. Επίσης, οι συνεταιριστικές τράπεζες χρειάστηκαν μικρότερη οικονομική ενίσχυση από τον κρατικό προϋπολογισμό από ό,τι οι άλλες τράπεζες.

Παρόλα αυτά, οι δυνατότητες της κοινωνικής οικονομίας πρέπει να εξεταστούν σε συνάρτηση με τις τρέχουσες συγκυρίες. Ακόμη και σε κράτη μέλη όπως η Γαλλία, όπου η κοινωνική οικονομία είναι πολύ ανεπτυγμένη, μόνο ένας στους δέκα υπαλλήλους εργάζεται σε κάποια κοινωνική επιχείρηση. Η κοινωνική οικονομία δεν μπορεί να αποτελέσει τον από μηχανής θεό για την ελληνική ανεργία.

Πώς προσπαθούν οι νομοθέτες να προωθήσουν την ελληνική κοινωνική οικονομία

Ωστόσο, οι νομοθέτες δηλώνουν εντυπωσιασμένοι από τις δυνατότητες που έχει το δυναμικό της κοινωνικής οικονομίας και έχουν πραγματοποιήσει διάφορες τροποποιήσεις στο νομικό και πολιτικό πλαίσιο, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Τον Σεπτέμβριο του 2011 η Ελλάδα θέσπισε μια νέα νομοθεσία, η οποία καθορίζει τρεις τύπους συνεταιρισμών που συνθέτουν την κοινωνική οικονομία. Το ενδιαφέρον για την κοινωνική οικονομία αυξάνεται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο αρμόδιος Επίτροπος για την εσωτερική αγορά, Michel Barnier, αφιέρωσε ένα κομμάτι του προγράμματός του για την εσωτερική αγορά ―την Πράξη για την Ενιαία Αγορά― στην κοινωνική οικονομία. Η εν λόγω Πρωτοβουλία για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα περιλαμβάνει σχεδόν δώδεκα δράσεις για τη στήριξη της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.

Πιο συγκεκριμένα, ο László Andor, ο αρμόδιος Επίτροπος για την απασχόληση, αναρωτήθηκε πρόσφατα πώς θα μπορούσαν οι κοινωνικές επιχειρήσεις να βοηθήσουν την Ελλάδα να εξέλθει από τη δεινή κατάστασή της και να ενισχύσουν τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό της. Εδώ και πολλούς μήνες, οι συνεργάτες του έχουν ξεκινήσει ένα κύκλο συζητήσεων με το ελληνικό υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σχετικά με το πώς μπορεί να αξιοποιηθούν καλύτερα τα 60 εκατομμύρια ευρώ από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ). Αυτό το ποσό έχει διατεθεί για την ενίσχυση της ανάπτυξης δομών στήριξης που θα προάγουν την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία στα πλαίσια της προγραμματικής περιόδου του ΕΚΤ που λήγει το 2013, γεγονός που σημαίνει ότι όλες οι σχετικές δραστηριότητες πρέπει να ολοκληρωθούν μέχρι το 2015. Ωστόσο, οι συζητήσεις δεν έχουν φέρει ακόμα κάποιο αποτέλεσμα.

Από τις εν λόγω συνομιλίες γίνονται αντιληπτές οι αδυναμίες του θεσμικού πλαισίου για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία στην Ελλάδα.

Γιατί μπορεί το πρόβλημα να είναι η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο

Ποια θα μπορούσαν να είναι τα πιθανά εμπόδια για τις συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Πράγματι το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι περιορισμένο, διάσπαρτο και μη συντονισμένο, από τότε που μια ομάδα εργασίας αφιερωμένη στην κοινωνική οικονομία διαλύθηκε μετά την ανάληψη της προεδρίας της Επιτροπής από τον Romano Prodi. Ωστόσο, από τότε που ο σημερινός Επίτροπος για την εσωτερική αγορά Michel Barnier άρχισε να εντείνει τις προσπάθειες οργάνωσης της ομάδας του, η Πρωτοβουλία για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα άρχισε να παίρνει μορφή. Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι θεσμικά αποστασιοποιημένη από τις τοπικές κοινωνικές επιχειρήσεις. Συνεπώς, το προσωπικό της έχει ελάχιστη άμεση εμπειρία από τον συγκεκριμένο τομέα (ως ένα βαθμό, αυτό ισχύει και για τα άλλα ευρωπαϊκά όργανα όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά σε αυτήν την περίπτωση κάποιοι από τους φορείς λήψης αποφάσεων έχουν ήδη ασχοληθεί με το κομμάτι των κοινωνικών επιχειρήσεων πριν ακόμα αναλάβουν νομοθετικά καθήκοντα). Μία από τις συνέπειες αυτής της θεσμικής αποστασιοποίησης είναι ότι δεν υπάρχει σαφής ορισμός για την κοινωνική οικονομία. Στην παρούσα φάση όμως, ένας έστω και ανακριβής ορισμός αναμένεται να διευκολύνει και όχι να δυσχεράνει τη λήψη αποφάσεων.

Επίσης, συγκριτικά με τις αρμοδιότητες που έχει η Ελλάδα ως κράτος μέλος, η αρμοδιότητα των ευρωπαϊκών οργάνων περιορίζεται από τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Πολλές από τις νομικές αρμοδιότητες σχετικά με το πλαίσιο για την κοινωνική οικονομία, μεταξύ άλλων η φορολογία και η εργατική νομοθεσία, καθορίζονται από τις ελληνικές αρχές. Αντίστοιχα, τα ευρωπαϊκά όργανα μπορούν να επηρεάσουν μόνο το πλαίσιο του ΕΚΤ. Έτσι, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να κάνει περισσότερα για να προωθήσει την κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα αν είχε περισσότερες αρμοδιότητες, δεν εμποδίζει τις τρέχουσες συνομιλίες σχετικά με τη διοχέτευση των χρημάτων του ΕΚΤ.

Τα προβλήματα που απαντώνται εντός των ελληνικών αρχών

Ποιες είναι οι δυσκολίες όσον αφορά στις ελληνικές αρχές; Οι ελληνικές αρχές είναι υπεύθυνες για την κατανομή των κονδυλίων στα κατάλληλα έργα. Ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίσουν την ύπαρξη μιας λειτουργικής υποδομής που να μπορεί να καθορίσει, να εντοπίσει και να εστιάσει σε έργα που θα οδηγήσουν στη δημιουργία ενός πιο ευνοϊκού νομικού και θεσμικού πλαισίου για την κοινωνική οικονομία. Κάποιες πιο συγκεκριμένες πρωτοβουλίες επρόκειτο να παρουσιαστούν το φθινόπωρο του 2012 στα πλαίσια ενός στρατηγικού σχεδίου σχετικά με τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος για τη βιώσιμη ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, το οποίο αναπτύχθηκε σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού 2007-2013».

Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές αρχές είναι ότι οι οργανωτικές δομές είναι κατακερματισμένες και αδιαφανείς. Τα υπουργεία αφενός δεν συνεργάζονται σχεδόν καθόλου μεταξύ τους, αφετέρου αποτελούνται από πολυάριθμα ιεραρχικά στρώματα, το ένα πέμπτο των οποίων είναι «τμήματα-φαντάσματα» που βρίσκονται στο κατώτερο επίπεδο του οργανογράμματος και είναι επανδρωμένα μόνο με έναν διευθυντή. Συχνά οι αρμοδιότητες συμπίπτουν, οι πολιτικές προτεραιότητες αλλάζουν πολύ γρήγορα και δεν προλαβαίνουν να εκφραστούν μέσα από τις οργανωτικές δομές, ενώ ο καθορισμός των προτεραιοτήτων παρεμποδίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις ασαφείς οργανωτικές δομές. Το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν αποτελεί εξαίρεση, ακόμη κι αν το τμήμα που είναι υπεύθυνο για την κοινωνική οικονομία απασχολεί έναν διευθυντή και τρεις υπαλλήλους.

Παρόλα αυτά, η αργή πρόοδος των ελληνικών αρχών φαίνεται να αποτελεί μόνο το μισό πρόβλημα. Το άλλο μισό είναι ότι δεν υπάρχει κανένας αξιόπιστος εθνικός οργανισμός στον οποίον να μπορούν να απευθυνθούν.

Τι πήγε στραβά με την ελληνική κοινωνική οικονομία

Γιατί δεν υπάρχει μια αξιόπιστη πολιτική εκπροσώπηση για την ελληνική κοινωνική οικονομία; Οι λόγοι είναι ιστορικοί και έχουν να κάνουν με την ίδια την ελληνική πολιτική. Από τη μια πλευρά, η ελληνική κοινωνική οικονομία δεν είναι πολύ ισχυρή σε αριθμούς, τη στιγμή που σε πολλά κράτη μέλη αφορά περίπου το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού τους. Στην Ελλάδα, μόνο το ένα δέκατο του συνολικού πληθυσμού συμμετέχει με κάποιον τρόπο σε συνεταιρισμούς ή αλληλασφαλιστικές εταιρίες. Από την άλλη πλευρά, αν και η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στην κοινωνική οικονομία που φτάνει μέχρι τον 18ο αιώνα, οι δομές της έχουν κλονιστεί σημαντικά λόγω των πελατειακών σχέσεων που υφίστανται στην πολιτική σκηνή από τη δεκαετία του ’80. Από τότε, οι σημαντικότερες συνεταιριστικές ενώσεις έχουν πολιτικοποιηθεί και ελέγχονται από τις μεγάλες πολιτικές οικογένειες της χώρας. Αυτό έχει οδηγήσει σε περιττό ανταγωνισμό, ενώ η οικονομική δραστηριότητα στον κλάδο έχει μειωθεί και η οικονομική κατάσταση πολλών συνεταιρισμών έχει γίνει αφόρητη. Ταυτόχρονα, το επίπεδο της απασχόλησης στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας είναι πολύ χαμηλό.

Το νέο νομικό πλαίσιο για τους συνεταιρισμούς καλύπτει ένα κομμάτι του τομέα, αλλά δεν αντιμετωπίζει την πρόσφατη πελατειακή παράδοση και δεν είναι πλήρως ενσωματωμένο στην υπάρχουσα νομοθεσία. Κατά συνέπεια, παραμένουν πολλές ασάφειες σχετικά με το εργατικό δίκαιο και τη φορολογία.

Επίσης, ένα καλύτερο νομικό και θεσμικό πλαίσιο για την ελληνική κοινωνική οικονομία δεν μπορεί να αγοραστεί με χρήματα. Το ποσό που συζητείται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των ελληνικών αρχών ισούται με το κεφάλαιο μια μικρής ηθικής τράπεζας. Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει αρκετά, αλλά την τελευταία δεκαετία οι ελληνικές αρχές έχουν ήδη διοχετεύσει ευρωπαϊκά κονδύλια στους ημετέρους τους προκαλώντας τη δημιουργία ενός μεγάλου κύματος νέων ΜΚΟ, γεγονός που τελικά μάλλον έβλαψε παρά ωφέλησε την ελληνική κοινωνία.

Πώς θα μπορούσε να ενισχυθεί η ελληνική κοινωνική οικονομία

Τι μπορεί να γίνει; Κοιτάζοντας νοερά έξω από το παράθυρο του γραφείου του László Andor, ένα σημαντικό βήμα θα ήταν η δημιουργία οργανώσεων-ομπρέλα. Αυτά τα είδη ενδιάμεσων φορέων μπορούν να θεσμοθετήσουν την επικοινωνία μεταξύ του τομέα της κοινωνικής οικονομίας και των ελληνικών αρχών. Μεταξύ άλλων, αυτό μπορεί να γίνει μέσω της χαρτογράφησης της κοινωνικής οικονομίας, της γνωστοποίησης των αιτημάτων τους στην κυβέρνηση και την ενημέρωση των μελών σχετικά με τις συναφείς πολιτικές και νομικές εξελίξεις. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι συνεταιρισμοί έχουν τη δική τους οργάνωση-ομπρέλα (Cooperatives Europe asbl), ενώ άλλες οργανώσεις έχουν ενωθεί κάτω από το Social Economy Europe asbl. Μεταξύ αυτών είναι το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Τοπικών Αρχών και οι κοινωνικές επιχειρήσεις (REVES asbl). Οι εθνικές κεντρικές οργανώσεις στη Γερμανία (όπως η DGRV e.V.) προσφέρουν κι αυτές υποχρεωτικές ελεγκτικές υπηρεσίες στα μέλη τους με στόχο να αυξήσουν την οικονομική σταθερότητα του κλάδου.

Ταυτόχρονα, η εκτεταμένη θεσμοθέτηση μπορεί να γίνει εμπόδιο για τις νέες και μικρές πρωτοβουλίες. Αυτό μπορεί να συμβεί στις περιπτώσεις που η συμμετοχή σε μια οργάνωση-ομπρέλα είναι υποχρεωτική και συνεπάγεται κάποιο κόστος, το οποίο μπορεί να είναι υπερβολικά υψηλό για τις μικρές πρωτοβουλίες.

Όταν οι αρχές είναι ανοιχτές στην ιδέα της κοινωνικής οικονομίας, τέτοιες ενδιάμεσες οργανώσεις ενδέχεται να μην είναι καν απαραίτητες σε κάποιες περιπτώσεις. Αυτό βέβαια εξαρτάται από τους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν. Στη Δανία, ο συνεταιρισμός αιολικής ενέργειας Middelgrunden συνεργάστηκε στενά κατά την ίδρυσή του με τη δανική κυβέρνηση και ακόμα και σήμερα συνεργάζεται ομαλά με την Υπηρεσία Ενέργειας της χώρας.

Οι οργανώσεις-ομπρέλα δεν εξυπηρετούν κανένα σκοπό όταν δεν υπάρχει κανείς που να μπορούν να αντιπροσωπεύσουν. Γι’ αυτό τον λόγο, η ίδρυση τέτοιων οργανώσεων πρέπει να αποτελεί το τελευταίο βήμα, έτσι ώστε να μην δίνονται αφορμές για σύναψη νέων πελατειακών σχέσεων.

Πριν από το στάδιο της αντιπροσώπευσης, είναι σημαντικό να ενισχύεται η δημιουργία νέων κοινωνικών επιχειρήσεων, είτε αυτές είναι νεοϊδρυθείσες, είτε δημιουργούνται μέσω της εξαγοράς μιας επιχείρησης από τους εργαζόμενους. Η δημιουργία όμως επιτυχημένων κοινωνικών επιχειρήσεων ―μεγάλων ή μικρών― απαιτεί τεχνογνωσία όχι μόνο στο κομμάτι του επιχειρηματικού σχεδιασμού, αλλά και στο κομμάτι που αφορά τις κοινωνικές δεξιότητες και τις γνώσεις πάνω σε νομικά θέματα. Ορισμένα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εξαιρετικές οργανώσεις που λειτουργούν ως φυτώρια για την κοινωνική οικονομία. Ένα καλό παράδειγμα είναι η Σουηδία, όπου ένα δίκτυο (Coompanion) 25 ανεξάρτητων περιφερειακών οργανώσεων παρέχει δωρεάν υποστήριξη στους νέους κοινωνικούς επιχειρηματίες.

Στην παρούσα κατάσταση, δεν είναι εύκολο να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις. Δεδομένης της αποσυντεθειμένης κοινωνικής οικονομίας λόγω του πελατειακού συστήματος που επικρατεί στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, η τεχνογνωσία σχετικά με την ανάπτυξη κοινωνικών επιχειρήσεων σπανίζει και έχει διασπαρθεί. Επίσης, ενώ τα πρόσφατα νομοθετικά επιτεύγματα παρέχουν ένα σημαντικό μέσο για τη δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων, εξακολουθούν να περιέχουν ασάφειες και πιθανώς κάποια κενά.

Μόνο η έμπρακτη εμπειρία και η ουσιαστική εφαρμογή των νόμων θα αποδείξει την αξία τους και θα αποκαλύψει τις πιθανές αδυναμίες τους. Όσο περισσότεροι κοινωνικοί επιχειρηματίες είναι σε θέση να ανταλλάσουν εμπειρίες σχετικά με το νομοθετικό πλαίσιο και τους τρόπους που μπορεί να εφαρμοστεί σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές, τόσο ευκολότερο θα είναι να αυξηθεί η τεχνογνωσία και να ιδρυθούν νέες κοινωνικές επιχειρήσεις. Σε αντίθεση με όσα πιστεύαμε, υπολογίζεται ότι τα 60 εκατομμύρια ευρώ μάλλον φθάνουν και περισσεύουν για τον σκοπό αυτό.